Τετάρτη 3 Ιανουαρίου 2024

Το Millennium στην Ερμιόνη: Η μοναξιά των εορτών

Το ταξίδι μου, ως δημοσιογράφου, στην Ερμιονίδα ξεκίνησε το 1999. Ήταν Παρασκευή, ανήμερα του Αγίου Γεωργίου, μετά από πρόσκληση – πρόκληση του Δημάρχου Ερμιόνης Ανάργυρου Λεμπέση, σε μια Ημερίδα για τις υδατοκαλλιέργειες, που έλαβε χώρα στο Ναύπλιο, είκοσι μέρες πριν.

Θυμούμαι επακριβώς τα λόγια του όταν συναντηθήκαμε:

«Πού ‘σαι μεγάλε δημοσιογράφε, έλα κάτω και σε μάς, που μάς έχουν ξεχάσει όλοι!».

Ήταν ένα ταξίδι δημιουργικό και όμορφο, που το έκανα κάθε εβδομάδα, μένοντας τουλάχιστον δύο βράδια στην περιοχή. Το βίωσα τόσο έντονα, που ακόμα και τώρα, έχοντας πάψει από χρόνια να δημοσιογραφώ, υπάρχει κόσμος που πιστεύει πως είμαι ακόμα κάτοικος Ερμιονίδας!

Όντας, τότε, καινούργιος στον τόπο, έχοντας νοικιάσει κατοικία – γραφείο στην άνω πλατεία Κρανιδίου, επεδίωκα να δίνω το «παρών» σε κάθε εξαιρετική περίπτωση. Έτσι αποφάσισα να αλλάξω χρόνο εκεί, καθώς θα γιορταζόταν το Millennium, η αλλαγή της χιλιετίας.

Από νωρίς το βράδυ της παραμονής του νέου χρόνου σουλατσάριζα στην Ερμιόνη και με παρέα έναν καλό φίλο φάγαμε σε ψησταριά στην είσοδο της πόλης. Έχοντας αποφάει και πλησίαζε η δωδεκάτη νυκτερινή, κατευθύνθηκα μαζί με τους Ερμιονίτες στα Μανδράκια, όπου ο Δήμος θα γιόρταζε την αλλαγή της χρονιάς και ο Δήμαρχος είχε κανονίσει να κόψει την βασιλόπιτα.

Δεν μπορώ να περιγράψω την χαρά μου όταν με το μοίρασμα των κομματιών διαπίστωσα πως μού είχε πέσει το φλουρί! Πολλοί ήσαν αυτοί που έσπευσαν να με συγχαρούν και να μου ευχηθούν. Όμως, η χαρά μου τελείωσε εκεί, καθώς ο καθένας έσπευδε να πάει να φάει στο γιορτινό του τραπέζι με τους δικούς του κι εγώ, ο ξένος, απόμεινα μόνος στα έρημα Μανδράκια…

Δεν μου ερχόταν καλά να γυρίσω στο Κρανίδι και να πέσω για ύπνο. Έτσι, αφού πήρα παρέα μου ένα όμορφο κουτάβι λαμπραντόρ, που είχα αποκτήσει πρόσφατα και με περίμενε υπομονετικά στο γραφείο, μπήκα στο αμάξι μου και κίνησα να γυρίσω στην Δαλαμανάρα. Στη 1:30 το πρωί είχα φτάσει στο σπίτι μου και άνοιξα την πόρτα του ραδιοφωνικού μου σταθμού, όπου έπαιζε μουσική αυτόματα, με ένα σύστημα όπου εναλλάσσονταν 36 CD. Το γύρισα στο χειροκίνητο, έβαλα σε λειτουργία τα πικ απ και αφού ευχήθηκα σε όποιους άκουγαν εκείνη την ώρα, μόνοι όπως κι εγώ, έκανα πρόγραμμα με παλιά λαϊκά.

Μια ώρα μετά, καθώς οι ακροατές λιγόστευαν, αποχαιρέτησα, ευχήθηκα «ες αύριον τα σπουδαία και καλή χρονιά», γύρισα πάλι τον σταθμό στο αυτόματο σύστημα και αποχώρησα, να πάω να κοιμηθώ. Μόνος…

Γιώργος Ν. Μουσταΐρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου