Στο πρώτο ήμουν αυτήκοος μάρτυς ιστορίας που διηγήθηκε
Μητροπολίτης. Ο παπάς ενός χωριού στην προσπάθεια να περάσει μαζί με έναν
συγχωριανό του ένα φουσκωμένο ποτάμι, παρασύρθηκε από το αγριεμένο νερό και
πνίγηκε. Σοκαρισμένος ο συγχωριανός έτρεξε να πει το τραγικό μαντάτο στην
παπαδιά:
«Καθώς μπήκε πρώτος ο παπάς στο ποτάμι, κάπου
στραβοπάτησε και τον άρπαξε το ρεύμα!».
«Κι εσύ, που ήσουνα μαζί του, τι έκανες;»
«Έτρεξα κοντά του, με κίνδυνο να παρασυρθώ κι εγώ και του
φώναζα: “Δώσ’ μου το χέρι σου να σε σώσω!” αλλά αυτός αντί να μου το δώσει το…
μάζευε!».
Και η παπαδιά εξαγριωμένη:
«Μα λένε, ευλογημένε στο παπά “Δώσ’ μου το χέρι σου;”»
«Και τι έπρεπε να του πω;»
«Έπρεπε να του πεις “Πάρε το χέρι μου! ”. Και έτσι θα τον
έσωζες. Πάει, τον χάσαμε τον παπά!».
Στο άλλο περιστατικό, που συνέβη κάποτε στο Άργος –
σύμφωνα με παλιές διηγήσεις συμπολιτών – αδυναμία στο χρήμα είχε ο επίτροπος. Ο
παπάς είχε άλλες αδυναμίες…
Έχοντας, λοιπόν, ο παπάς βάσιμες υποψίες πως ο επίτροπος
του ναού έβαζε χέρι στο παγκάρι, ένα βράδυ που ήταν οι δυο τους στην εκκλησία και
αυτός βρισκόταν στην Ωραία Πύλη, απευθυνόμενος στον ψάλτη, που στεκόταν στο
δεξί ψαλτήρι, έθεσε ψαλτικώς την ερώτηση:
«Επίτροπε, ποιος άπλωσε το χέρι του και βγήκε το παγκάρι
λειψό;»
Τσιμουδιά ο επίτροπος. Ο παπάς επανέλαβε:
«Επίτροπε, ποιος ξαφρίζει το παγκάρι;»
Ο επίτροπος το κορόιδο. Οπότε, ο παπάς θυμωμένος του
φώναξε:
«Επίτροπε, δεν ακούς τι σε ρωτάω;»
Και ο επίτροπος:
«Είπες κάτι παπά;»
«Κάτι σε ρώτησα».
«Μα, δεν ακούγεσαι από ‘κει που μου μιλάς!»
Προβληματισμένος, τότε, ο παπάς, πρότεινε:
«Για έλα να αλλάξουμε θέση!».
Πήγε και στάθηκε ο επίτροπος μπροστά στην Ωραία Πύλη και
ο παπάς κάθισε στο ψαλτήρι, δίνοντας την εντολή:
«Για μίλα, να δω πώς και δεν με ακούς».
Ο επίτροπος πήρε θέση και αναφώνησε:
«Παπά, ποιος βάζει χέρι στην καντηλανάφτισσα;»
Και ο παπάς, με συγκατάβαση:
«Έχεις δίκιο, δεν ακούγεται τίποτα!».
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου