Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2024

Γουρνοπούλα με τον… πήχη!

Η εορτή της Πεντηκοστής έχει οριστεί ως εορτή της Αγίας Τριάδος. Την επομένη της Πεντηκοστής, ημέρα Δευτέρα, η Εκκλησία τιμά το Άγιο Πνεύμα, το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας και την Αγία Τριάδα εν γένει. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος έγινε την Κυριακή, ωστόσο, γιορτάζουμε ξεχωριστά και τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος.

Τη Δευτέρα γιορτάζουμε πάλι την Αγία Τριάδα, με την παραδοχή ότι είναι κοινή η ενέργεια του Τριαδικού Θεού και ποτέ δεν μπορεί να χωρισθεί και να απομονωθεί ένα Πρόσωπο από τα άλλα Πρόσωπα της Αγίας Τριάδος. Η εορτή είναι κινητή, υπολογιζόμενη ανάλογα με το πότε πέφτει το Πάσχα.

Αυτά περί τα θεολογικά, με τα οποία αφ’ ενός αποφεύγω να εμπλέκομαι, αφ’ ετέρου δεν είναι στις προθέσεις αυτού του σημειώματος να παρεξηγηθώ με τους παπάδες αλλά η περιγραφή γεγονότος που συνέβη σε ένα παλιό πανηγύρι της Αγίας Τριάδας στο Μέρμπακα. Ήταν η δεκαετία του 50, περισσότερες λεπτομέρειες, για το ποια χρονιά ακριβώς, δεν γνωρίζω.

Ο μπάρμπα Γιάννης ο «Γάτος», φτωχός μεροκαματιάρης, περίμενε πώς και πώς την ημέρα για να βγάλει κανένα φράγκο παραπάνω, μπας και ξελασπώσει. Έβαλε, λοιπόν, στο φούρνο τέσσερις γουρνοπούλες και περίμενε να έρθει η ώρα να αρχίσει να μαζεύει το χρήμα. Έλα, όμως, που κατά τις έξι το απόγευμα άρχισε να βρέχει καταρρακτωδώς. Να έχει γίνει γη και ουρανός ένα και η βροχή να μη λέει να σταματήσει. Βροχή με το τουλούμι, που λέγανε, που κράτησε έξι με εφτά ώρες! Οι δρόμοι του Μέρμπακα κατεβάζανε ποτάμια.

Όπως ήταν φυσικό το πανηγύρι χάλασε. Ο έρμος ο «Γάτος» σε κατάσταση απόγνωσης, ξυπόλητος μέσα στα νερά, είχε τραβήξει τον πάγκο του κάτω από ένα δέντρο και προσπαθούσε να σώσει ό,τι μπορούσε να σωθεί. Τουλάχιστον, να κατάφερνε να δώσει τις γουρνοπούλες όσο κι όσο, να μην του μείνουνε αμανάτι, μπας και ξεχρέωνε τον χασάπη και το φούρνο.

Η τιμή της γουρνοπούλας, άμα πουλιότανε κανονικά στο πανηγύρι ήταν δέκα δραχμές το κιλό. Φυσικά, στην κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ούτε κατά διάνοια θα μπορούσε να πουλήσει έστω και με τη μισή τιμή ούτε κομμάτι – κομμάτι.. Στην απελπισία του, τότε, ζήτησε τη συνδρομή τού Θοδόση Μερμίγκη, που είχε το ραφτάδικο. Τού έδωσε αυτός τον πήχη, που μετρούσε τα υφάσματα (ο πήχης ήταν εξήντα τέσσερα εκατοστά) και άρχισε να διαλαλεί το εμπόρευμα:

«Πάρτε γουρνοπούλα με μόνο σαράντα δραχμές ο… πήχης!».

Χρέωνε, δηλαδή, σαράντα δραχμές τη μισή γουρνοπούλα, συμπληρώνοντας: «Και δεν το ξανακάνω!!!!».

Γιώργος Ν. Μουσταΐρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου