Πρωτοετής φοιτητής στην Αθήνα ο Νικόλας, μόλις είχε βάλει στην τσέπη 500 δραχμές, μετά την εξαργύρωση της σχετικής επιταγής που του έστειλε από την επαρχία ο πατέρας του και πανευτυχής ανέβαινε από την Αιόλου προς το Πανεπιστήμιο.
Ήταν λίγο πριν το Αρσάκειο, όταν τον πλησίασε μεσήλικας
κύριος, αξιοπρεπής στην εμφάνιση.
«Συγνώμη νεαρέ, επειδή φαίνεστε σοβαρός, τολμώ να σας
ενοχλήσω» του είπε ευγενικά.
«Πώς θα μπορούσα να σας εξυπηρετήσω;».
«Είμαι γόνος καλής οικογενείας αλλά βρίσκομαι σε μεγάλη
ανάγκη. Έτσι αποφάσισα να εκποιήσω ένα χρυσό ρολόι, οικογενειακό κειμήλιο,
έναντι ευτελούς τιμήματος».
Και ανοίγοντας έναν δερμάτινο χαρτοφύλακα, του έδειξε ένα
παλαιό χρυσό ρολόι με αλυσίδα.
«Ευχαριστώ. Δεν ενδιαφέρομαι. Γιατί δεν απευθύνεστε σε
κάποιο ωρολογοποιείο;».
«Πήγα, αλλά ζητούσαν να μου το πάρουν για ένα κομμάτι
ψωμί. Το ρολόι αξίζει, τουλάχιστον, χίλιες πεντακόσιες δραχμές αλλά στην ανάγκη
που βρίσκομαι θα το έδινα ευχαρίστως πεντακόσιες».
«Δυστυχώς, για εσάς, δεν μπορώ, τελικά, να σας
εξυπηρετήσω» απάντησε ο φοιτητής και έκανε να φύγει. Δεν πρόλαβε να προχωρήσει
δυο βήματα και ένας άνθρωπος πλησίασε τον μεσήλικα, ρωτώντας τον πιεστικά:
«Τελικά, να σου δώσω πεντακόσιες δραχμές να το πάρω;».
«Σου είπα πώς δεν κατεβαίνω κάτω από οκτακόσιες!».
Ο φοιτητής είχε σταθεί παράμερα και παρακολουθούσε. Καθώς
ο ιδιοκτήτης του ρολογιού έπαιρνε τον δρόμο προς το Πανεπιστήμιο, ο άνθρωπος
που ήθελε να το αγοράσει, γύρισε προς τον φοιτητή και τον ρώτησε:
«Εσείς πόσα του δίνατε;».
«Μα, δεν σκόπευα να το αγοράσω…».
«Κοιτάξτε, άμα καταφέρετε να το αγοράσετε με ένα
πεντακοσάρικο, φέρτε το στο μαγαζί μου και θα σας δώσω εξακόσιες δραχμές!». Και
του έδειξε γνωστό ωρολογοποιείο, δίπλα στο Αρσάκειο.
Ο φοιτητής το καλοσκέφτηκε. Εκατό δραχμές κέρδος σε ένα
τέταρτο της ώρας, έδειχνε συφερτική ως πρόταση. Έσπευσε, λοιπόν, να προλάβει
τον μεσήλικα. Τον πέτυχε στο ύψος της Βιβλιοθήκης. Τον ρώτησε αν ίσχυε η
πρόταση για πεντακόσιες, ο άλλος το σκέφτηκε λίγο και αντιπρότεινε:
«Πεντακόσιες πενήντα!».
Ο φοιτητής, στράβωσε λίγο, ήταν όσα είχε όλα κι όλα
συνολικά. Αλλά μετά σκέφτηκε πως και ένα πενηντάρικο κέρδος θα ήταν καλά. Όμως,
είχε την απορία:
«Καλά αλλά γιατί στον άλλον επιμένατε για οκτακόσιες;».
«Γιατί θα το έπαιρνε στο μαγαζί του και θα το πούλαγε δυο
χιλιάδες!».
Ο φοιτητής πλήρωσε, πήρε το ρολόι και κατευθύνθηκε προς
το ωρολογοποιείο δίπλα στο Αρσάκειο…
Το αστυνομικό δελτίο κατέγραψε:
«Παρουσιασθείς ο εξ
Ηλείας φοιτητής Ν.Χ., ετών 19, άγαμος, κατήγγειλεν ότι δυο άγνωστοι τον εξηπάτησαν
και του αφήρεσαν 550 δραχμάς, πωλήσαντες εις αυτόν ψευδές ωρολόγιον μηδαμινής
αξίας»…
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου