Ο Βασίλης Λ. είχε ένα δενδροπερίβολο με πορτοκαλιές, στον Κάμπο του Κρανιδίου. Είχε και έναν σκύλο, να το φυλάει.
Αυτό το σκυλί ποτέ δεν αποφάσισε τι όνομα να του δώσει
και από μικρό, πάνω στον προβληματισμό του, τού φώναζε: «Τ’ όνομά σου», έτσι
που του έμεινε αυτό για όνομα. Φώναζε «Τ’ όνομά σου» και ο σκύλος άκουγε. Το
κράτησε, λοιπόν, να το φωνάζει έτσι, γιατί είχε και την πλάκα του.
Μια μέρα, ο φίλος του ο Σωτήρης, που τον ήθελε για μια
δουλειά, μπήκε στο περιβόλι χωρίς να υπολογίσει την ύπαρξη του σκύλου. Ο
σκύλος, όμως, που ήταν άγριος τσοπανόσκυλος και καλός φύλακας, τον έστρωσε στο
κυνήγι. Τι να κάνει αυτός, για να φυλαχτεί από τα δόντια του, σκαρφάλωσε πάνω
σε μια πορτοκαλιά.
Έλα, όμως, που η πορτοκαλιά δεν ήταν πολύ ψηλή και ο
σκύλος, πηδώντας, τον άρπαζε. Τι να κάνει κι αυτός, έμπηξε τις φωνές για να
γλιτώσει:
-Βασίλη, Βασίλη!
-Τι είναι ρε, τι τρέχει; Ακούει από το βάθος του
περιβολιού.
-Μάζεψε το σκύλο σου, μου όρμηξε και θα με φάει!
-Φώναξε του «Τ’ όνομά σου», να τ’ ακούσει και να σ’
αφήσει!
-Σωτήρης, Σωτήρης!
-«Τ’ όνομά σου», σου είπα!
Και αυτός, απελπισμένος, συνέχιζε:
-Σωτήρης, Σωτήρης!
Μέχρι που έφτασε κοντά τ’ αφεντικό τού σκύλου και τον
μάζεψε. Τότε ο έρμος ο Σωτήρης κατάλαβε ποιο ήταν το όνομα του σκύλου…
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου