Τετάρτη 9 Αυγούστου 2023

Μού έπεσε η γυναίκα στο… δρόμο!

Οι καλοί μου φίλοι, ο κύριος Σπύρος και η κυρία Όλγα, μακαρίτες πλέον, άρα το κύριος/κυρία περιττεύει, είχαν ένα όμορφο εξοχικό (φωτο σήμερα) στην παραλία του Τημενίου, δίπλα στη Νέα Κίο, όπου έμεναν το μεγαλύτερο διάστημα τα καλοκαίρια.

Επί προσωπικού, τώρα, για μένα ήταν και θα παραμένουν ο μπάρμπα – Σπύρος και η κυρία Όλγα, η φίλη της μητέρας μου, που ενώ ήμουν περασμένα πενήντα, συνέχιζε να με αποκαλεί… Γιωργάκη.

Επιστρέφω στην ιστορία μας. Ήταν καλοκαίρι και τότε και έπρεπε να επιστρέψουν στο σπίτι τους στο Άργος, που βρισκόταν επάνω από την γνωστή καφετέρια τού Σπύρου, επί της 28ης Οκτωβρίου.

Φορτώνουν στο αμάξι ό,τι ήταν για να πάρουν μαζί τους και ο Σπύρος παίρνει τη θέση του στο τιμόνι, περιμένοντας την Όλγα, που συνήθιζε να κάθεται στο πίσω κάθισμα. Εκείνη ανοίγει την πόρτα για να μπει, όμως κάτι θυμήθηκε πως είχε ξεχάσει, την ξανακλείνει και γυρίζει να πάει να το πάρει. Ακούγοντας ο Σπύρος την πόρτα να κλείνει βάζει μπρος και παίρνει δρόμο για το Άργος, πιστεύοντας πως η Όλγα είναι μέσα.

Φτάνει στο Άργος, και εκεί που συναντιέται η Βασιλέως Γεωργίου με την 28ης Οκτωβρίου κάνει να στρίψει και βλέπει παρέα φίλων, να κάθονται εκεί, μπροστά στου Τάκη του Καπώλη. Τον χαιρετάνε:

«Καλώς τονε! Πούθε έρχεσαι Σπύρο;».

«Να, είχαμε κάτι δουλειές με την Όλγα στο σπίτι εδώ…».

«Η Όλγα έχει έρθει;».

«Καλά, στραβοί είσαστε, πίσω μου κάθεται».

«Πάλι πιωμένος είσαι; Πίσω δεν είναι κανένας!».

Γυρνάει πίσω ο Σπύρος, κοιτάει, ξανακοιτάει, η Όλγα πουθενά! Οπότε, γυρνάει προς την παρέα και αποφαίνεται:

«Θα μου έπεσε στο… δρόμο!».

Αυθορμήτως αρπάζει κάτι ανοιχτές παλάμες τεντωμένες από τους απέναντι:

«Νααααα, να μη στα χρωστάμε!».

Το ξανασκέφτεται και αποφασίζει να ζητήσει τη γνώμη τους. Και την παίρνει:

«Ποιο δρόμο και κουραφέξαλα. Τα είχες φουμάρει τούρκικα και την ξέχασες στο Τημένιο!».

«Λέτε;».

«Λέμε!».

«Και τώρα τι κάνουμε;».

Εκεί πετάγεται ο Γιώργης ο Παραβάντης (με τα ακουστικά βαρηκοΐας), προσφερόμενος να βοηθήσει την κατάσταση:

«Πάρκαρε να βάλουμε ένα χεράκι να ξεφορτώσεις και θα πάω εγώ να την πάρω και να την φέρω».

Ξεφόρτωσαν και ο Γιώργης κίνησε να πάει για το θέλημα. Στον γυρισμό βρήκε τον Σπύρο με τους υπόλοιπους να αδειάζουν απανωτά τα καραφάκια με το ούζο. Δεν σχολίασε μόνο έβαλε το αριστερό χέρι στη μέση και με το δεξί τού απεύθυνε τον γνωστό χαιρετισμό:

«Νααααα, που να μη σώσεις, άσωτε!»

Γιώργος Ν. Μουσταΐρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου