Ο Αναπλιώτης Καραγκιοζοπαίκτης Γιάννης Κόκκορης, μια
λαμπερή δημιουργική φυσιογνωμία, που άφησε πίσω του εξαιρετικής αισθητικής φιγούρες
του Θεάτρου Σκιών, έφυγε από τη ζωή είκοσι χρόνια πριν, στις αρχές του 1999.
Μας έδενε μια πραγματική φιλία, που δεν είναι του
παρόντος να αναφερθώ σε αυτήν, σκοπεύω μόνον, σε αυτό μου το σημείωμα να
καταγράψω ένα και μόνον περιστατικό.
Μια φορά, που είχε ανοίξει ένα καινούργιο ταβερνείο στην
παραλία του Τολού, λίγο πιο πριν από τον «Γορίλλα», κινήσαμε να το
εγκαινιάσουμε. Βρήκαμε εκεί καλό μεζέ και καλό κρασί, μαζί με μια παρέα
καλλίφωνων Ναυπλιωτών – θυμάμαι τον δικηγόρο Κώστα Λυμπέρη, μεταξύ αυτών – και περάσανε
οι ώρες υπέροχα. Όταν αναχωρήσαμε, αργά το βράδυ, κουβαλούσαμε και οι δυο υψηλά ποσοστά
οινοπνεύματος στις φλέβες μας…
Τον άφησα στην οδό Σταϊκοπούλου, μπροστά στο μαγαζί του
το «Ενώτιον» - έμενε από πάνω – και επέστρεψα στην Δαλαμανάρα, οδηγώντας με πάσα
προσοχή, όπου και έπεσα ξερός να κοιμηθώ.
Την επομένη μου τηλεφώνησε και μου διεκτραγώδησε το
πάθημά του:
-Ξαπλώνω στο κρεβάτι και ανάβω ένα τσιγάρο. Δεν κατάλαβα
πώς αποκοιμήθηκα. Όπου, κάποια στιγμή ξυπνάω από μια μυρωδιά. Μου μύρισε… Κόκκορας
ψητός! Είχαν πιάσει φωτιά τα σεντόνια! Άρχισα να φωνάζω «Φωτιά – φωτιά» αλλά
ευτυχώς την έσβησα και δεν… ψήθηκα, τελικά. Φτηνά τη γλίτωσα. Κοίτα να δεις που
από Κόκκορας κρασάτος θα γινόμουνα Κόκκορας ψητός!
Πήρα κι εγώ την περιγραφή του γεγονότος και έβαλα
πρωτοσέλιδο ρεπορτάζ στον ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗ, που έλεγε: «Αντί για Κόκκορας κρασάτος,
θα γινόταν… Κόκκορας ψητός!». Και φυσικά έφαγα το αναμενόμενο «χέσιμο» από τον Γιάννη:
-Ρε, μ@λ@κ@, τι ήθελες και το έβαζες; Ανησύχησε ο κόσμος
και σπάσανε τα τηλέφωνα από το πρωί!
Γιώργος Ν. Μουσταΐρας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου