Τον περασμένο
Φεβρουάριο, μετά την παρουσίαση στο Άργος του βιβλίου μου «Παλιές Ιστορίες που βγάζουν γέλιο - Συνέβησαν στην Αργολίδα», συναντήθηκα στη Νέα Κίο με το νέο
μου φίλο και παλιό έμπορο του Ναυπλίου Λούη (Λεωνίδα) Λάμπρου, όπου και αγόρασε
ένα αντίτυπο (σ.σ. δεν δεχόταν επ’ ουδενί να του το προσφέρω ως δώρο).
Την επομένη
μου τηλεφώνησε και μου ανακοίνωσε:
-Όταν
βρεθούμε από κοντά θα σου πω μια ιστορία για τον πατέρα σου. Είδα την
φωτογραφία του με την μοτοσυκλέτα στο εξώφυλλο και την θυμήθηκα.
Η συνέχεια,
ξανά, στη Νέα Κίο:
-Στις αρχές
του ’50 είχα αγοράσει ένα αμερικάνικο αυτοκίνητο Σούτεμπάκερ*, που είχε πίσω
καρότσα και του είχα βάλει αντί για κόρνα δυνατούς τενόρους, που σήκωναν τον
τόπο! Καθότι νέος και όπως όλοι οι νέοι αρεσκόμουν στο να εντυπωσιάζω…
Studebaker Pickup (1951)
Επιστρέφοντας
μια μέρα με αυτό από δουλειά στην Τρίπολη, κάπου στα 1952-53, έχοντας μόλις
περάσει τον Αχλαδόκαμπο**, βλέπω σε μια στροφή δυο άτομα, με μια μοτοσυκλέτα Norton***, να μου κάνουν απεγνωσμένα
σήμα να σταματήσω. Με έκπληξη αναγνώρισα τον συνομήλικο και φίλο μου Λίλη
Ζαμπέλη, του οδοντιάτρου. Ο άλλος ήταν ο πατέρας σου, αρκετά μεγαλύτερός μας.
Του πότε ήταν γεννηθείς;
-Του 15.
-Χαρούμενοι. που με αναγνώρισαν, μου φώναξαν: «Μας σώζεις!». Και μου εξήγησαν τι είχε συμβεί:
«Πηγαίναμε για την Τρίπολη**** και μπροστά μας ήταν ένα φορτηγό με κόσμο στην
καρότσα, καλοντυμένο, που πήγαινε ή γύριζε από κάποια γιορτή ή γάμο. Εμείς
πειράξαμε τις κοπέλες, που ήσαν στην καρότσα μαζί με τους άλλους, έγινε χοντρή
παρεξήγηση, σταμάτησε το φορτηγό να μας επιτεθούν αλλά μαρσάραμε και
προσπεράσαμε. Τότε οι άντρες μας φώναξαν εξαγριωμένοι: «Πού πάτε ρε κερατάδες,
εδώ θα κάτσουμε μέχρι το πρωί και θα σας περιμένουμε!» Πράγματι, έχουν κάτσει
στο μαγαζί στα πλατάνια, επάνω στο δρόμο, που είναι στενός και μας περιμένουν
με άγριες διαθέσεις. Δεν τολμάμε να συνεχίσουμε έτσι. Μήπως να ανεβάζαμε τη
μηχανή επάνω στην καρότσα…»
-Την
ανεβάσατε;
-Προσπαθήσαμε
αλλά δεν κουνιότανε. Ήταν πολύ βαριά. Τους είχε κόψει κρύος ιδρώτας: «Θα μας
σκοτώσουνε αν μας πιάσουνε», μου τόνιζαν. Έτσι, σκέφτηκα κάτι άλλο και τους
πρότεινα: «Θα προχωρήσετε εσείς μπροστά και εγώ θα έρχομαι ακριβώς από πίσω
σας. Μόλις φτάσετε στη στροφή θα μαρσάρετε καθώς εγώ θα πατάω τους τενόρους…» Έτσι
κι έγινε. Έξω από το μαγαζί, στα τραπεζάκια, τους περίμεναν οι επιβάτες του
φορτηγού.
Το μαγαζί στα πλατάνια, όπως είναι σήμερα
Μόλις είδαν την μοτοσυκλέτα να πλησιάζει όρμησαν όλοι κατ’ επάνω τους
βρίζοντας και εκσφενδονίζοντας ποτήρια, κατοστάρια, πιάτα, σταχτοδοχεία,
προσπαθώντας να τους πιάσουν. Του Λίλη πρόλαβε κάποιος, μάλιστα, και έπιασε μια
άκρη απ’ το μανίκι… Τότε, εγώ που ερχόμουν ακριβώς από πίσω τους, κάνοντας
δήθεν πως βιαζόμουν να ανοίξω δρόμο, πάτησα τους τενόρους, σηκώνοντας τον τόπο.
Οι επιτιθέμενοι ξαφνιάστηκαν προς στιγμήν και έτσι πρόλαβαν να ξεφύγουν από τον
κλοιό. Σώοι και αβλαβείς αλλά λαχταρισμένοι με περίμεναν στα Λυκάλωνα, στο πολυβολείο, όπου με
αγκάλιαζαν και με φίλαγαν, φωνάζοντας, δακρυσμένοι: «Σωτήρα μας!». Είχαν γλιτώσει από σίγουρο λιντσάρισμα!
Τα Λυκάλωνα σήμερα
Γιώργος Νικ. Μουσταΐρας
* Σούτεμπάκερ: Έτσι, για
ευκολία, αποκαλούσαν τα αυτοκίνητα Studebaker, που κυκλοφορούσαν τότε.
**Ο παλιός δρόμος Τρίπολης –
Άργους πέρναγε κάτω από τον Αχλαδόκαμπο και έβγαινε στην κατεύθυνση για τα
Λυκάλωνα εκεί που είναι σήμερα (όπως
πηγαίνουμε προς Τρίπολη) η πρώτη είσοδος για Αχλαδόκαμπο.
***Η μοτοσυκλέτα ήταν αυτή της φωτογραφίας χωρίς το πλαϊνό κάθισμα.
***Η μοτοσυκλέτα ήταν αυτή της φωτογραφίας χωρίς το πλαϊνό κάθισμα.
****Μάλλον
πήγαιναν για… ενημέρωση στη Σχολή Οικοκυρικής της Τεγέας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου