Τετάρτη 25 Ιουνίου 2025

Ξινόμαυρο Νάουσας και επακόλουθα

Θεσσαλονίκη, Φθινόπωρο του 1981. Μένω σε ένα διαμέρισμα δυάρι στην οδό Φιλικής Εταιρίας. Υποτίθεται ότι σπουδάζω, αν και έχω χαθεί κάποια χρόνια από τη Σχολή. Έστελνε ο μαύρος ο πατέρας, ελπίζοντας να δει τον γιο του μια μέρα Κτηνίατρο…

Ήταν οι μέρες που φιλοξενούσα τον φίλο μου τον Τάκη, τον μετέπειτα λογιστή μου, που έδινε κάποια χρεωστούμενα μαθήματα για να πάρει το πτυχίο του στο Οικονομικό της Νομικής.

Εκείνο το βράδυ είχαμε βάλει μπροστά μας ένα κοκκινιστό μοσχαράκι με μακαρόνια και το κάναμε… να! Και μια που το καλό φαΐ πρέπει να συνοδεύεται και από καλό κρασί, κατεβάσαμε και δυο – τρία λίτρα ξινόμαυρο Νάουσας. Φυσικό επακόλουθο ήταν να ξεραθούμε λίγο μετά που αποφάγαμε…

Η αλήθεια είναι πως δεν έκανα καλό ύπνο με τόσα που είχε κατεβάσει ο καταπιόνας μου αλλά άμα είσαι εικοσιπεντάρης χωνεύεις και πέτρες. Την ώρα, πάντως, που άρχισε να χτυπά δαιμονισμένα το κουδούνι του διαμερίσματος με έπιασε να κοιμάμαι για τα καλά. Σηκώθηκα με το κεφάλι βαρύ από τη σούρα, σκόνταψα σε μια καρέκλα μέχρι να βρω στο σκοτάδι τις παντόφλες και τελικά άναψα κάποιο φως και κατάφερα να φτάσω στην εξώπορτα και να ανοίξω.

Απ’ έξω στεκόταν μια φίλη, η Κατερίνα, σε έξαλλη κατάσταση, που «με πήρε από τα μούτρα»:

«Ποιος μαλ@κ@ς απάντησε στο θυροτηλέφωνο;».

Θυροτηλέφωνο δεν είχα ακούσει, προφανώς απάντησε ο Τάκης, που είχε τη συσκευή πιο κοντά στο δωμάτιό του…

Προσπαθώντας να κερδίσω χρόνο για να συγκροτήσω τη σκέψη μου, ρώτησα:

«Γιατί, τι συνέβη;».

«Νομίζοντας πως το σήκωσες εσύ ρώτησα: “Μουσταΐρα τι κάνετε εκεί πάνω;” Και ξέρεις τι μου απάντησε το γαϊδούρι;».

«Τι σου απάντησε;».

«Τραβάμε μαλ@κί@, μήπως θες να ‘ρθεις να μας βοηθήσεις;».

Προσπαθώντας να την καλμάρω, προσπάθησα να αστειευτώ για να αποφορτίσω την ατμόσφαιρα:

«Κι εσύ τον άκουσες και έσπευσες προς συνδρομή των αυνανιζόμενων;».

Όταν είδα το βλέμμα της συνειδητοποίησα πως η απόπειρα αστεϊσμού από την πλευρά μου μάλλον χειροτέρεψε τα πράγματα.

«Ρε, άει στο διάολο κι εσύ αρχιμαλ@κ@!» μου πέταξε και εκνευρισμένη, αντί για το ασανσέρ, πήρε τη σκάλα για να κατεβεί τους επτά ορόφους μέχρι το ισόγειο…

Τελικά μου ξαναμίλησε μετά από ένα μήνα, αφού με άφησε να διεκτραγωδήσω την κατάσταση στην οποία είχαμε περιέλθει από την αλόγιστη κατανάλωση του ξινόμαυρου Νάουσας.

Λέτε γι’ αυτό δεν μπορώ πια να το… γλωσσιάσω και πίνω μόνο Αγιωργίτικο Νεμέας;

Γιώργος Ν. Μουσταΐρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου